8 Μαρτίου
Παγκόσμια ημέρα για τη γυναίκα
Χρόνια πολλά σε όλες τις γυναίκες του κόσμου, αφού σήμερα 8 Μαρτίου είναι η διεθνής Ημέρα της Γυναίκας. Ωστόσο πέρα από τα λουλούδια και τα δώρα, λίγοι είναι εκείνοι που ξέρουν τι πραγματικά γιορτάζουμε τη συγκεκριμένη μέρα.
Η 8η Μαρτίου καθιερώθηκε ως μέρα της γυναίκας σε ανάμνηση μιας μεγάλης εκδήλωσης διαμαρτυρίας που έγινε στις 8 Μαρτίου του 1857 από τις εργάτριες κλωστοϋφαντουργίας στη Νέα Υόρκη, οι οποίες διαδήλωναν ζητώντας καλύτερες συνθήκες εργασίας. Ηταν μία από τις πρώτες κινήσεις διεκδίκησης δικαιωμάτων από γυναίκες.
Η Διεθνής Ημέρα της Γυναίκας γιορτάστηκε για πρώτη φορά το 1909 με πρωτοβουλία του Σοσιαλιστικού Κόμματος των ΗΠΑ και το 1911 υιοθετήθηκε και από τη Σοσιαλιστική Διεθνή.
Στη Ρωσία μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση ο Λένιν πείστηκε από τη φεμινίστρια Αλεξάνδρα Κολοντάι και καθιέρωσε την 8η Μαρτίου ως επίσημη αργία στη χώρα, ωστόσο σύντομα το πολιτικό υπόβαθρο της γιορτής ξεθώριασε και πλέον η μέρα της γυναίκας γιορτάζεται σε όλο τον κόσμο ως έκφραση αγάπης και εκτίμησης προς το ωραίο φύλο.
Από το 1975 η μέρα της γυναίκας διεξάγεται υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, για την ανάδειξη των γυναικείων δικαιωμάτων σε όλο τον κόσμο.
Πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί για τη γυναικεία καρδιά. Πόσοι στίχοι έχουν αφιερωθεί στη γυναικεία ψυχή και πόσα έργα τέχνης απεικονίζουν ένα γυναικείο σώμα....
Κι ένας άνδρας, ένας οποιοσδήποτε άνδρας δύσκολα μπορεί να φτιάξει με λεπτομέρεια όλα όσα συνθέτουν μια γυναίκα. Είτε με λέξεις, είτε με εικόνες... Ίσως όμως αυτό να μπορεί να το κάνει η επιστήμη.
Πόσα τραγούδια έχουν γραφτεί για τη γυναικεία καρδιά. Πόσοι στίχοι έχουν αφιερωθεί στη γυναικεία ψυχή και πόσα έργα τέχνης απεικονίζουν ένα γυναικείο σώμα....
Κι ένας άνδρας, ένας οποιοσδήποτε άνδρας δύσκολα μπορεί να φτιάξει με λεπτομέρεια όλα όσα συνθέτουν μια γυναίκα. Είτε με λέξεις, είτε με εικόνες... Ίσως όμως αυτό να μπορεί να το κάνει η επιστήμη.
Τάσος Λειβαδίτης, «Γυναίκες» (απόσπασμα από το «Καντάτα 1960»)
“…Φτωχές γυναίκες,
μοδίστρες, δακτυλογράφοι, ασπρορουχούδες,
τίμιες ή σπιτωμένες, ακόμα κι άλλες
εκείνες του σκοινιού και του παλουκιού,
γυναίκες του ανέμου, της βροχής, του κουρνιαχτού,
νιώσαμε το φόβο που κρύβεται καμιά φορά
πίσω από την αγνότητα,
την κούραση πίσω από την καλοσύνη ή την αδιαφορία
πίσω απ’ την υπακοή.
Μα πιο πολύ νιώσαμε την αδυναμία που
κρύβεται πίσω απ’ την κακία.
Συχνά μας άφησαν εκείνοι που αγαπούσαμε
πολλές, πάνω στη τρέλα τους, τους ρίξανε βιτριόλι,
οι πιο πολλές βέβαια κλάψαμε, χτυπηθήκαμε,
μα φροντίσαμε σύντομα να βρούμε έναν άλλον,
γιατί τα χρόνια περνάνε…
Αν μας έβλεπε κανείς το βράδυ, όταν μένουμε μονάχες
και βγάζουμε τις φουρκέτες, τις ζαρτιέρες, και κρεμάμε
στην κρεμάστρα το πανωφόρι κι αυτήν τη βαμμένη μάσκα
που μας φόρεσαν, εδώ και αιώνες τώρα, οι άντρες
για να τους αρέσουμε –
αν μας έβλεπαν, θα τρόμαζαν μπροστά σε τούτο
το γυμνό, κουρασμένο πρόσωπο.
Αχ, γυναίκες έρημες,
κανείς δεν έμαθε ποτέ πόση αγωνία κρύβεται πίσω απ’
τη λαγνεία, ή την υστεροβουλία μας.
Και πάντα γυρεύαμε το καλύτερο….
Συχνά καταφύγαμε και στις χαρτορίχτρες,
τρέχουμε στα μέντιουμ να μάθουμε- τι να μάθουμε;
Διαβάζουμε καθημερινά το ωροσκόπιο στις εφημερίδες,
πηγαίνουμε σε διάφορους ύποπτους αστρολόγους…
λοιπόν πού πάμε; Από πού ερχόμαστε; Τι ψάχνουμε
παλεύοντας αιώνια με τα έξω και τα μέσα μας στοιχεία;
Ερχόμαστε απ’ το φόβο και το φόνο, απ’ το αίμα και
την επανάληψη. Ερχόμαστε απ’ την παλαιολιθική αρπαγή-
κι αρχίζουμε την ανθρώπινη φιλία.
Τέλος, ύστερα από πολλά, παντρευόμαστε,
κάνουμε κάμποσες εκτρώσεις, αρκετά παιδιά,
ύστερα έρχεται η κλιμακτήριος, οι μικρονευρασθένειες,
κι ύστερα τίποτα. Όλα καταλαγιάζουν μέσα μας.
Κι επιθυμίες κι αναμνήσεις- αχ περνάει
γρήγορα η ζωή, ούτε το καταλαβαίνεις.
Τα παιδιά ζούνε σ’ ένα δικό τους κόσμο, δε μας ξέρουν
παρά μονάχα σα μητέρες, δεν μπόρεσαν να μας δουν
ποτέ λίγο κι εμάς σαν ανθρώπους-
με τις μικρότητες ή τις παραφορές τους.
Έτσι ζήσαμε. Αγνοημένες και μονάχες μέσα
στο εσωτερικό μας πάθος,
αγνοημένες κι έρημες μέσα στην ιερότητα
της μητρότητάς μας…”
(Τάσος Λειβαδίτης, Ποίηση, τ. 1, Κέδρος)
-Κική Δημουλά, «Σημείο αναγνωρίσεως» (Άγαλμα γυναίκας με δεμένα τα χέρια)
Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα,
εγώ σε προσφωνώ γυναίκα κατευθείαν.
Στολίζεις κάποιο πάρκο./ Από μακριά εξαπατάς.
Θαρρεί κανείς πως έχεις ελαφρά ανακαθίσει
να θυμηθείς ένα ωραίο όνειρο που είδες,
πως παίρνεις φόρα να το ζήσεις.
Από κοντά ξεκαθαρίζει τ’ όνειρο:
δεμένα είναι πισθάγκωνα τα χέρια σου
μ’ ένα σχοινί μαρμάρινο
κ’ η στάση σου είναι η θέλησή σου
κάτι να σε βοηθήσει να ξεφύγεις
την αγωνία του αιχμαλώτου.
Έτσι σε παραγγείλανε στο γλύπτη: αιχμάλωτη.
Δεν μπορείς/ ούτε μια βροχή να ζυγίσεις στο χέρι σου,
ούτε μια ελαφριά μαργαρίτα.
Δεμένα είναι τα χέρια σου. (…)
Όλοι σε λένε κατευθείαν άγαλμα
εγώ σε προσφωνώ γυναίκα αμέσως.
Όχι γιατί γυναίκα σε παρέδωσε
στο μάρμαρο ο γλύπτης/ κι υπόσχονται οι γοφοί σου
ευγονία αγαλμάτων,/ καλή σοδειά ακινησίας.
Για τα δεμένα χέρια σου, που έχεις
όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω,/ σε λέω γυναίκα.
Σε λέω γυναίκα/ γιατί είσαι αιχμάλωτη.
(Κική Δημουλά, Ποιήματα, Ίκαρος)
-Γιάννης Π. Τζήκας, «Γυναίκα “double face” (διπρόσωπη)»
“Γυναίκα μάνα, γυναίκα παραμάνα
Γυναίκα «συν γυναιξί και τέκνοις»
Γυναίκα του ελέους και του χρέους
Γυναίκα του έρωτα του πάθους
Γυναίκα του ύψους και του βάθους
Γυναίκα των ονείρων
Γυναίκα της διπλανής πόρτας
Γυναίκα η δική σου και του άλλου
Γυναίκα «πέτρα του σκανδάλου»
Γυναίκα της ερήμου
Γυναίκα των πολυκατοικιών
Γυναίκα των παράνομων δεσμών
Γυναίκα σεξ απίλ
Γυναίκα «πας γυρεύοντας, μωρό μου»
Γυναίκα παρθένα
Γυναίκα κάθε βράδυ στην αρένα
Γυναίκα του καημού και των λυγμών
Και γέφυρα των στεναγμών
Γυναίκα χαμόγελο και αγκαλιά
Γυναίκα ” ο όφις με εξαπάτησε”
Γυναίκα σφήκα και κεντρί
Γυναίκα άγγελος στη γη
Γυναίκα δις- δαιμώνα
Γυναίκα γλύκα και απαντοχή
Γυναίκα αρμύρα στην πληγή
Γυναίκα μοντέλο και γυναίκα του μπορντέλου
Γυναίκα έρωτας παντοτινός
Γυναίκα γκόμενα, γυναίκα φιλενάδα
Γυναίκα βίζιτα, στη Βάθης περατζάδα
Γυναίκα φως, γυναίκα Πηνελόπη
Γυναίκα το μισό του ουρανού
Γυναίκα της σκοτεινής πλευράς του φεγγαριού”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου